BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

ΘΑΛΑΣΣΑ

Οδηγούσε αργά.

Σε όλη τη διαδρομή τον σκεπτόταν.

Έφτασε στον προορισμό της και βγήκε απ το αμάξι.

Κατέβηκε την γνώριμη τσιμεντένια σκάλα και αντίκρισε την παραλία. Διάλεξε βραχάκι και κάθισε.

Έστρεψε το βλέμμα της ένα γύρω: τα φώτα των μαγαζιών, τα βράχια, η αμμουδιά, οι ξαπλώστρες, η επόμενη παραλία… ΑΥΤΗ.

Και μπροστά της να απλώνεται η θάλασσα. Ήρεμη, με ελαφριούς κυματισμούς οι όποιοι έδιναν ζωή στα αραγμένα βαρκάκια.

Κάρφωσε το βλέμμα της εκεί που έσκαγε το κύμα

κι έμεινε έτσι για πολλή ώρα. Ακίνητη.

Στα αυτιά της ερχόταν η απαλή μουσική κάποιου μπαρ.

Δε την ενοχλούσε το άκουσμα.

Ο συνδυασμός με τον ήχο των κυμάτων

ήταν ιδανικός για να πετύχει το σκοπό της.

Η θάλασσα… πάντα την ηρεμούσε η θάλασσα.

Τη βοηθούσε να σκεφτεί ώριμα και να πάρει αποφάσεις.

Σήμερα μόνο την ηρέμησε. Αυτό ήταν που είχε ανάγκη τελικά.

Πήγε με σκοπό να σκεφτεί τη ζωή της αλλά δεν τα κατάφερε.

Όσες σκέψεις έκανε στη διαδρομή, σαν να χάθηκαν μονομιάς

με το που αντίκρισε τη θάλασσα.

Να ηρεμήσει. Να χαλαρώσει. Αυτό χρειαζόταν.

Ξαφνικά τα κύματα περικύκλωσαν το βραχάκι της και την έβρεξαν. Κατάλαβε πως ήταν καιρός να φύγει.

Σήκωσε το μακρύ της φόρεμα μέχρι τη γάμπα

και όταν έφτασε στο τέλος της σκάλας,

έριξε μια τελευταία ευχαριστήρια ματιά πίσω της.

Μπήκε στο αυτοκίνητο και αφού έβαλε ένα ταξιδιάρικο τραγούδι να παίζει, πήρε το δρόμο της επιστροφής.

Ήρεμη και γαλήνια όπως η θάλασσα που άφησε πίσω της.

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

ΒΑΘΕΙΑ ΠΛΗΓΗ

Είναι κάποιες φορές που πληγώνουμε τους γύρω μας είτε εσκεμμένα είτε χωρίς να το καταλάβουμε καν. Προσωπικά πιστεύω πως τα βαριά λόγια που λέμε σε έναν τσακωμό ή όταν είμαστε κουρασμένοι αντικατοπτρίζουν αυτό που πραγματικά πιστεύουμε.


Νοιώθω σαν να με χτύπησε κάτι δυνατά στο στήθος
Δε μπορώ να μιλήσω... πνίγομαι.
Τα μάτια μου τρέχουν
και οι λυγμοί μου κλείνουν το στόμα.
Όχι. Δεν πρέπει να με δει όχι.
Δεν έγινε τίποτα. Δεν άκουσα τίποτα.
Συνεχίζω να δείχνω το ίδιο μες την καλή χαρά
και δε σταματάω να τον χαϊδεύω
παρ όλο που το μόνο που θέλω,
είναι όλως τυχαίως να βρεθεί με δύναμη το χέρι μου στο όμορφο πρόσωπό του.
Καταλαβαίνω πως τα μάτια μου είναι έτοιμα να τρέξουν
και φροντίζω να κουλουριαστώ με τέτοιον τρόπο δίπλα του
ώστε να μη βλέπει το πρόσωπό μου.
Απελευθερώνω τους χειμάρρους των δακρύων μου σιωπηλά.
Τόσο σιωπηλά για τα δικά του αυτιά,
όσο σιωπηλά με πλήγωσε.
Μέσα μου είχε έρθει η καταιγίδα.
ένοιωθα τα σύννεφα, τα μπουμπουνητά, τις αστραπές...
Έκλαιγα δίπλα του χωρίς να σταματήσω να τον χαϊδεύω
ενώ αυτός κοιμόταν.
Κάποια στιγμή σηκώθηκα και ξύπνησε.
Με ρώτησε που πάω και του απάντησα πως πάω μέσα.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά, έγειρε το κεφάλι του στον λεκέ των δακρύων μου
πάνω στο μαξιλάρι.
Ξανακοιμήθηκε χωρίς να καταλάβει τίποτα...
Δεν θα το κάνω θέμα. όχι τώρα.
Αύριο φεύγω.
φεύγω...