BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Ο ΑΛΧΗΜΙΣΤΗΣ...

Τώρα βρίσκεσαι στην έρημο. Να βυθιστείς λοιπόν στην έρημο. Αυτή είναι τόσο χρήσιμη για να καταλάβεις τον κόσμο, όσο οποιοδήποτε άλλο πράγμα πάνω στη γη. Ούτε καν χρειάζεται να καταλάβεις την έρημο: αρκεί να θαυμάσεις έναν απλό κόκκο άμμου. εκεί θα ανακαλύψειςόλα τα θαύματα της δημιουργίας.

- Τι να κάνω για να βυθιστώ στην έρημο?
-Ν' ακούσεις την καρδιά σου. Αυτή γνωρίζει όλα τα πράγματα, επειδή κατάγεται από την Ψυχή του Κόσμου, στην οποία και θα επιστρέψει μια μέρα.


Προχώρησαν σιωπηλοί άλλες δυο μέρες, Ο αλχημιστής ήταν τώρα πιο προσεκτικός, γιατί πλησίαζαν την περιοχή των πιο σκληρών μαχών. Και το αγόρι προσπαθούσε να ακούσει την καρδιά του.
Ήταν μια δύσκολη καρδιά. μέχρι τώρα είχε συνηθίσει να φεύγει πάντα, από εδώ και πέρα ήθελε να επιστρέψει πάσα θυσία. Μερικές φορές, η καρδιά του διηγιόταν με τις ώρες ιστορίες νοσταλγίας, άλλες φορές συγκινούνταν με την ανατολή του ήλιου στην έρημο, κάτι που έκανε το αγόρι να δακρύζει κρυφά. Η καρδιά χτυπούσε πιο γρήγορα όταν έλεγε στο αγόρι για το θυσαυρό, χτυπούσε όμως πιο αργά όταν το βλέμμα του αγοριού χανόταν στον απέραντο ορίζοντα της ερήμου. Ποτέ όμως δε σιωπούσε, ακόμη κι αν το αγόρι δεν αντάλλαζε λέξη με τον αλχημιστή.
- Γιατί πρέπει να ακούμε την καρδιά? ρώτησε το αγόρι εκείνη τη μέρα, καθώς έστηναν τη σκηνή.
- Γιατί όπου είναι η καρδιά σου, εκεί είναι και ο θυσαυρός σου.
- Η καρδιά μου είναι ταραγμένη, είπε το αγόρι. Βλέπει όνειρα, συγκινείται, είναι ερωτευμένη με μια γυναίκα της ερήμου. Μου ζητά πράγματα και, πολλές νύχτες, όταν τη σκέφτομαι, δε μ αφήνει να κοιμηθώ.
- Αυτό είναι καλό. Η καρδιά σου είναι ζωντανή. Συνέχιζε να ακούς αυτά που έχει να σου πει.
Τις επόμενες τρεις μέρες συνάντησαν πολλούς πολεμιστές και διέκριναν άλλους στον ορίζοντα. Η καρδιά του αγοριού άρχισε να μιλάει για το φόβο. Διηγιόταν στο αγόρι ιστορίες που είχε ακούσει απ την Ψυχή του Κόσμου, ιστορίες ανθρώπων που είχαν ξεκινήσει μάταια σε σε αναζήτηση θυσαυρών. Μερικές φορές τρόμαζε το αγόρι με τη σκέψη ότι δε θα κατάφερνε να βρει το θησαυρό ή ότι θα πέθαινε στην έρημο. Άλλες φορές έλεγε στο αγόρι ότι αισθανόταν ήδη ικανοποιημένη, αφού είχε βρει κιόλας μια αγάπη και πολλά χρυσά νομίσματα.
- Η καρδιά μου με προδίδει, είπε το αγόρι στον αλχημιστή όταν έκαναν στάση για να ξεκουραστούν τα άλογα. Δε θέλει να συνεχίσω.
- Αυτό είναι καλό. Αποδεικνύει πως η καρδιά σου είναι ζωντανή. Είναι φυσικό να φοβάσαι να ανταλλάξεις μ' ένα όνειρο όσα έχεις καταφέρει μέχρι τώρα.
- Τότε γιατί πρέπει ν ακούω την καρδιά μου?
- Γιατί ποτέ δε θα καταφέρεις να την κάνεις να βουβαθεί. Ακόμη κι αν προσποιηθείς ότι δεν ακούς τι σου λέει , αυτή θα είναι μες στο στήθος σου, επαναλαμβάνοντας πάντα αυτό που σκέφτεται για τη ζωή και τον κόσμο.
- Ακόμη κι αν με προδώσει.
- Προδοσία είναι το απροσδόκητο χτύπημα. Αν γνωρίζεις καλά την καρδιά σου, δε θα σε αιφνιδιάσει ποτέ. Γιατί θα γνωρίζεις τα όνειρα και τις επιθυμίες σου και θα ξέρεις πως ν' αντιδράσεις. Κανείς δεν μπορεί ν' αγνοήσει την καρδιά του. Επομένως, είναι καλύτερα ν' ακούς τι σου λέει. Για να μην καταφέρει ποτέ να σε αιφνιδιάσει.


Το αγόρι εξακολουθούσε ν ακούει την καρδιά του, ενώ προχωρούσαν στην έρημο. Σιγά σιγά έμαθε τις πονηριές και τα κόλπα της, έμαθε να τη δέχεται όπως ήταν. Τότε το αγόρι έπαψε να φοβάται κι έπαψε και η επιθυμία του να γυρίσει πίσω, γιατί κάποιο απόγευμα η καρδιά του του είπε ότι ήταν ευχαριστημένη. << Μπορεί να διαμαρτύρομαι μερικές φορές>>, έλεγε η καρδιά του, << επειδή είμαι μια καρδιά ανθρώπου και οι καρδιές των ανθρώπων είναι έτσι. Φοβούνται να πραγματοποιήσουν τα μεγαλύτερά τους όνειρα, επειδή νομίζουν ότι δεν το αξίζουν ή ότι δε θα τα καταφέρουν . Εμείς οι καρδιές πεθαίνουμε από το φόβο, μόνο και μόνο που σκεφτόμαστε αγάπες που έφυγαν για πάντα, στιγμές που θα μπορούσαν να είναι καλές και δεν ήταν , θησαυρούς που θα μπορούσαν να είχαν ανακαλυφθεί και όμως έμειναν για πάντα θαμμένοι στην άμμο. Γιατί όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, στο τέλος υποφέρουμε πολύ>>.



- Η καρδιά μου φοβάται τον πόνο, είπε το αγόρι στον αλχημιστή μια νύχτα που κοιτούσαν τον αφέγγαρο ουρανό.
- Πες της ότι ο φόβος του πόνου είναι χειρότερος κι απ' τον ίδιο τον πόνο. Και ότι καμιά καρδιά δεν υπέφερε ποτέ όταν ξεκίνησε να αναζητήσει τα όνειρά της, γιατί κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης με το Θεό και την αιωνιότητα.
<< Κάθε στιγμή αναζήτησης είναι μια στιγμή συνάντησης >>, είπε το αγόρι στην καρδιά του. << Ενώ αναζητούσα το θησαυρό μου, η κάθε μέρα ήταν φωτεινή. γιατί ήξερα ότι η κάθε ώρα της ήταν μέρος του ονείρου μου να τον ανακαλύψω. Ενώ αναζητούσα αυτό το όνειρο, στην πορεία, ανακάλυψα πράγματα που ποτέ δεν έλπιζα ότι θα τα βρω, αν δεν είχα βρει το θάρρος να αποτολμήσω πράγματα αδύνατα για τους βοσκούς>>.
Τότε η καρδιά του ηρέμησε για ένα ολόκληρο απόγευμα. Τη νύχτα το αγόρι κοιμήθηκε ήσυχα κι όταν ξύπνησε η καρδιά του βάλθηκε να του διηγείται τα πράγματα της Ψυχής του Κόσμου. Του είπε ότι κάθε ευτυχισμένος άνθρωπος κουβαλούσε το Θεό μέσα του. Και ότι την ευτυχία μπορούμε να τη βρούμε σ' έναν απλό κόκκο άμμου της ερήμου, όπως είχε πει ο αλχημιστής. Γιατί ένας κόκκος άμμου είναι μια στιγμή της δημιουργίας και το σύμπαν χρειάστηκε χιλιάδες, εκατομμύρια χρόνια για να τον δημιουργήσει.
<< Ο κάθε άνθρωπος πάνω στη γη έχει ένα θησαυρό που τον περιμένει >>, του είπε η καρδιά του. << Εμείς οι καρδιές , συνήθως μιλάμε σπάνια γι αυτούς τους θησαυρούς, γιατί οι άνθρωποι δε θέλουν πια να τους βρουν. Μόνο στα μικρά παιδιά μιλάμε. Μετά αφήνουμε τη ζωή να οδηγήσει τον καθένα στον προορισμό του. Αλλά, δυστυχώς, λίγοι είναι εκείνοι που ακολουθούν το δρόμο που είναι χαραγμένος γι αυτούς, το δρόμο του Προσωπικού Μύθου και της ευτυχίας. Νιώθουν τον κόσμο σαν κάτι το απειλητικό και γι' αυτό γίνεται ο κόσμος κάτι το απειλητικό. Τότε εμείς οι καρδιές μιλάμε όλο και πιο σιγά, αλλά ποτέ δε σιωπούμε. Και ευχόμαστε για να μην ακουστούν τα λόγια μας: δε θέλουμε να υποφέρουν οι άνθρωποι επειδή δεν ακολούθησαν τις καρδιές τους>>.
- Γιατί δε λένε οι καρδιές στους ανθρώπους ότι πρέπει να συνεχίσουν την πορεία προς τα όνειρα τους, ρώτησε το αγόρι τον αλχημιστή.
- Γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, η καρδιά υποφέρει πιο πολύ απ' όλους. Και στις καρδιές δεν αρέσει να υποφέρουν.
Από εκείνη τη μέρα, το αγόρι κατάλαβε την καρδιά του. Την παρακάλεσε να μην τον εγκαταλείψει ποτέ. Κι αν κάποτε εκείνος απομακρυνόταν από τα όνειρα του, να του σφίξει το στήθος και να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Το αγόρι ορκίστηκε να προσέχει πάντα αυτό το σημάδι, θα το υπάκουε.
Εκείνη τη νύχτα εκμυστηρεύτηκε τα πάντα στον αλχημιστή. Και ο αλχημιστής κατάλαβε ότι η καρδιά του αγοριού είχε επιστρέψει στην Ψυχή του Κόσμου.
- Τι να κάνω τώρα? ρώτησε το αγόρι.
- Κατευθύνσου προς τις πυραμίδες , είπε ο αλχημιστής. Και εξακολούθησε να προσέχεις τα σημάδια. Η καρδιά σου είναι πια ικανή να σου δείξει το θησαυρό.
- Αυτό είναι που μου απέμενε να μάθω?
- Όχι, απάντησε ο αλχημιστής. Αυτό που ακόμη πρέπει να μάθεις είναι το εξής:
<< Πάντα, πριν πραγματοποιήσει ένα όνειρο, η Ψυχή του Κόσμου αποφασίζει να ελέγξει τι μαθεύτηκε κατά την πορεία. Και αυτό, όχι επειδή είναι κακιά, αλλά για να μπορέσουμε, μαζί με τ όνειρό μας, να κάνουμε κτήμα και αυτά που μάθαμε κατά την πορεία μας προς τα εκεί. Αυτή είναι η στιγμή που οι περισσότεροι άνθρωποι τα παρατάνε. Είναι αυτό που στη γλώσσα της ερήμου το λέμε " Να πεθάνεις από τη δίψα, ενώ οι φοινικιές φαίνονται πια στον ορίζοντα".
Μια αναζήτηση αρχίζει πάντα με την τύχη του πρωτάρη. Και τελειώνει πάντα με τη δοκιμασία του κατακτητή.




Το αγόρι θυμήθηκε μια παλιά παροιμία της χώρας του. Έλεγε ότι η πιο σκοτεινή ώρα ήταν εκείνη πριν από την ανατολή.



PAULO COELHO ο Αλχημιστής. Σελ 200-207